Σελίδες

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Πώς κόλλησα με τα πεζοδρόμια

Κάποτε ήμουν κι εγώ σαν όλες τις ελληνίδες που βλέπετε στο δρόμο:
Με σκούρα ρούχα, χαμηλά παπούτσια, μεγάλο βήμα.

(Έχετε προσέξει πώς η ενδυματολογία μας καθορίζεται από το περιβάλλον; Στα σκούρα χρώματα δε φαίνεται η βρωμιά από τα τριψίματα ανάμεσα στα παρκαρισμένα, τα τακούνια είναι ακατάλληλα για τα ελληνικά πεζοδρόμια και το μεγάλο βήμα σου γίνεται συνήθεια όταν καθημερινά δρασκελάς λακκούβες κι εμπόδια. Αλήθεια, πόσες ελληνίδες βλέπετε στις στάσεις ντυμένες κομψά, σαν ιταλίδες; Αλλά αρκετά με την παρέκβαση - πίσω στην ιστορία μας).

Ακόμα έτσι είμαι, μόνο που, εκείνο τον παλιό καιρό, ανήκα στην πλειοψηφία που ανεβοκατεβαίνει πεζοδρόμια, δρασκελάει σκαλιά, χώνεται ανάμεσα σε κάδους και αυτοκίνητα και προσπερνά τα εμπόδια, άνετα, βιαστικά και χωρίς δεύτερη σκέψη.

Αυτή η ανεμελιά σήμερα έχει εξαφανιστεί, και η πρώτη αιτία ήταν μια ... βαλίτσα!
Όταν ήμουν πρωτάρα φοιτήτρια, έπαιρνα, όταν γύριζα σπίτι για τις διακοπές, τα βιβλία μου, με την (αφελή) εντύπωση ότι θα μπορούσα να διαβάσω. Και, επειδή ως γνωστόν, η γνώση είναι ασήκωτη, είχα τη φαεινή ιδέα να πάρω μια βαλίτσα με ρόδες με την (επίσης αφελή) εντύπωση ότι θα ήταν πιο εύκολο να σέρνω τα μπαγκάζια μου αντί να τα σηκώνω.

Η πρώτη αφελής εντύπωση πήρε μερικά εξάμηνα για να διαλυθεί. Η δεύτερη διαλύθηκε στο πρώτο-πρώτο μου ταξίδι με τη νέα βαλίτσα.
Με το που βγήκαμε από το σπίτι, το άτιμο το μαραφέτι μου άρχισε τα πείσματα.
Λες και το έκανε επίτηδες: σε κάθε λακκούβα έπεφτε μέσα, σε κάθε εμπόδιο σταματούσε, στις κλίσεις έστριβε να ξεφύγει, στις σπασμένες πλάκες κολλούσε και, τέλος, δε χώραγε πουθενά: ούτε ανάμεσα στις κολώνες, ούτε δίπλα από τον κάδο, ούτε ανάμεσα στα παρκαρισμένα. Άσε που λες κι έβαζε άλλα δέκα κιλά κάθε φορά που έπρεπε να τη σηκώσω για να κατέβω πεζοδρόμιο, να περάσω δρόμο, ν' ανέβω απέναντι.
Στο τέλος, όταν με τα πολλά φτάσαμε στο λιμάνι, η βαλίτσα είχε πάψει πια να είναι καινούρια κι ατσαλάκωτη, ενώ εγώ είχα εμφάνιση αθλήτριας που μόλις έχασε το μαραθώνιο. Τουλάχιστον δε χάσαμε το πλοίο.

Κι ενώ περιμέναμε να λύσουν τα σχοινιά για να φύγουμε, κοίταξα την κάποτε όμορφη βαλίτσα μου κι άρχισα τις σκέψεις:
Μα αυτές οι βαλίτσες δε φτιάχτηκαν για να τις κουβαλάμε πιο εύκολα; Θεωρητικά δε θα έπρεπε να είναι τόσο δύσκολο να σύρεις μια βαλίτσα από το σημείο Α στο σημείο Β. Γιατί ήταν τόσο δύσκολο;
Μήπως είχα πέσει θύμα της διαφήμισης; Κοιτάξτε πόσο εύκολο το κάνουν να φαίνεται:

Κοίταξα τη βαλίτσα μου προσεκτικά και την είδα να με κοιτά αγανακτισμένη που είχα σκεφτεί ότι οι ρόδες της ήταν απάτη। "Αν δε με πιστεύεις," μου είπε, "πάμε μια βόλτα στο πλοίο". Το έκανα και φέρθηκε τόσο υπέροχα που την ξανακοίταξα για να βεβαιωθώ ότι δεν είχα πάρει κάποια άλλη. Κι όμως, ήταν η ίδια, καταχτυπημένη και βρώμικη από την περιπέτειά μας, αλλά μ' ακολουθούσε χωρίς πείσματα, υπάκουα και πειθήνια.
Τότε γιατί ήταν τόσο ανυπάκουη στο δρόμο; Έφταιγε ο δρόμος λοιπόν που είχα κάνει τη διαδρομή σαν αρσιβαρίστας;


(Όχι μη με παρεξηγείτε, δεν είμαι εγώ αυτή. Ούτε ξανθό μαλλί, ούτε μίνι με τακούνι, ούτε κορμί φιδίσιο. Και σίγουρα εκείνη τη μέρα δεν ήμουν ατσαλάκωτη. Απλά, τη βρήκα στο δίκτυο γιατί εκείνη τη μέρα δεν ήταν κανείς μαζί μου να με φωτογραφήσει.)

Κάθισα λοιπόν και το καλοσκέφτηκα και τότε κατάλαβα για πρώτη φορά πόσο αδιάβατα είναι τα πεζοδρόμια της πόλης.
Βλέπετε, ως τότε, ζούσα σαν ψάρι μέσα στο νερό - ούτε που αντιλαμβανόμουν τα εμπόδια που ανέμελα προσπερνούσα. Ποτέ δεν είχα "δει" το χάος που με περίμενε έξω από το σπίτι κάθε μέρα. Η εικόνα που είχα στο μυαλό μου πρέπει να ήταν κάπως έτσι:



Η πραγματικότητα όμως ήταν κάπως διαφορετική:


Κι αν έξω από το κατώφλι μου τα πράγματα δεν ήταν πολύ καλά, στους κεντρικούς δρόμους του δήμου τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα.


Ίσως μια βαλίτσα που θα την οδηγούσε ο Σουμάχερ να είχε φτάσει αλώβητη ως τη στάση. Η δική μου τράκαρε σε κολώνες, έφαγε μια τούμπα και κατέβηκε στο δρόμο κάμποσες φορές.

Μετά από αυτό το μάθημα, άρχισα να βλέπω τα πεζοδρόμια με άλλο μάτι. Αφού από εδώ δε χώρεσε να περάσει μια βαλίτσα, πώς θα περάσει αυτή η γιαγιάκα με το καρότσι της λαϊκής;


Έτυχε πολλές φορές να βοηθήσω γιαγιάδες, γιατί τότε έμενα κοντά σε λαϊκή. Το παράξενο είναι πως ποτέ πριν δε με είχε προβληματίσει το ότι δυσκολεύονταν ν' ανεβάσουν το καρότσι στο πεζοδρόμιο - το απέδιδα στην ηλικία, κι όχι στα χάλια της πόλης.

Στο μεταξύ, από τη στιγμή που άνοιξε το μάτι κι άρχισε να βλέπει, άρχισε να δουλεύει και το μυαλό. Ανάπηρος δεν εμφανίστηκε ποτέ στη γειτονιά μου, αλλά σκεφτόμουν, αν εμφανιζόταν, από πού θα περνούσε ο άνθρωπος; Μόνο αν είχε καρότσι με σύστημα κάθετης ανύψωσης, σαν τα ελικόπτερα, αλλά δυστυχώς δεν έχουν εφευρεθεί ακόμη. Έπειτα ακολούθησε μια δεύτερη σκέψη: μήπως αυτός είναι ο λόγος που δεν εμφανίζονται οι άνθρωποι; Μήπως μένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους περιμένοντας να έρθει κάποιος συγγενής με αμάξι να τους πάρει, αλλιώς μένουν φυλακισμένοι στους τέσσερις τοίχους γιατί έξω δε μπορούν να κάνουν ούτε μέτρο; Και οι τυφλοί; Είχα δει αρκετές φορές, αλλά ποτέ, κανέναν μόνο. Είναι κι αυτοί αναγκασμένοι να περιμένουν μήπως βρεθεί κάποιος φίλος ή γνωστός να τους "πετάξει" κάπου;

Το παράξενο είναι ότι ενώ το θέμα της προσβασιμότητας είχε αρχίσει να με προβληματίζει, ποτέ δε σκέφτηκα τις μητέρες με τα καροτσάκια. Τις έβλεπα πολλές φορές, βιαστικές, με μικροσκοπικά μωρά ή μεγαλούτσικα παιδάκια, με σακκούλες κρεμασμένες από τα χερούλια των καροτσιών, να στρίβουν ανάμεσα στα εμπόδια, να περπατούν στο δρόμο - όπως πολλοί άλλοι - ν' ανεβοκατεβαίνουν πεζοδρόμια. Έμοιαζαν ικανές, αυτάρκεις και δυνατές. Ούτε μου πέρασε από το μυαλό πόση προσπάθεια θέλει για να κάνεις αυτούς τους ελιγμούς μ' ένα φορτωμένο καρότσι, ούτε που σκέφτηκα πόσο εξουθενωμένες θα γύριζαν σπίτι. Δε φαντάστηκα καν ότι έπρεπε να επιλέγουν και ν' αποφεύγουν διαδρομές, ανάλογα με το αν μπορεί να περάσει το καρότσι ή όχι. Δε με απασχόλησε ποτέ το θέμα των παιδιών που ανέπνεαν σύννεφα από καυσαέριο περνώντας ξυστά από τα αυτοκίνητα.

Αλλά βέβαια, τότε δεν ήμουν ακόμα θεία. Ούτε νονά. Ούτε μάνα. Και το κατάλαβα (για μια ακόμη φορά) μόνο όταν πήρα ένα καρότσι και βγήκα στο δρόμο για να σκοντάψω στα ίδια εμπόδια που είχα σκοντάψει πριν από τόσα χρόνια με τη βαλίτσα. Ξανά.

Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αυτή τη φορά μιλάμε για τα παιδιά μου. Αυτά καταλήγουν στο δρόμο, όσο κι αν προσπαθώ να μείνω στο πεζοδρόμιο. Αυτά κινδυνεύουν από τ' αμάξια που περνούν δίπλα μας κάθε φορά που καταλήγουμε στην άσφαλτο. Αυτά καταπίνουν τα καυσαέρια όταν περνάμε δίπλα από τις εξατμίσεις.

Αυτά σε λίγα χρόνια θα πρέπει να περάσουν από τ' αδιάβατα πεζοδρόμια. Αυτά θα πρέπει να σύρουν -γιατί δε σηκώνεται από παιδί- τη θεόρατη σάκα με τις ρόδες που θα έχει μέσα τ' αμέτρητα σχολικά βιβλία που πρέπει να κουβαλούν κάθε μέρα. Αυτά θα περνούν ανέμελα τις άθλιες διαβάσεις και δε θα φαίνονται ανάμεσα στα παρκαρισμένα. Αυτά κινδυνεύουν σήμερα και θα κινδυνεύουν και αύριο, ως έφηβοι, νέοι και ενήλικες.

Και, αν είναι τυχερά και δεν τους πατήσει κάποιος στο μεταξύ, όταν μεγαλώσουν, ίσως νά 'ρθει μια μέρα που θα έχουν ένα καρότσι με το πρώτο εγγόνι μου μέσα. Τότε, εκείνη τη μακρινή εποχή (που θά 'ρθει μέσα σε μια ανάσα, πριν το πάρουμε χαμπάρι) θα ήθελα να μη χρειαστεί και πάλι να βγουν στο δρόμο. Θα ήθελα το εγγονάκι μου να πάει από το σπίτι ως το πάρκο ήρεμο και ασφαλές και θα ήθελα, εγώ, η ανήμπορη γριούλα που θα είμαι τότε, να μπορέσω να το σπρώξω με τα χέρια μου.

Είναι πολύ αυτό που ζητώ;
.

5 σχόλια:

  1. Καλημέρα! Πολύ μου άρεσε αυτή η ανάρτηση! (Φορώντας το μωρό μου, το παιδικό καρότσι δεν ήταν ποτέ πρόβλημα για μένα, αλλά κάθε φορά που πηγαίνω στις συναντήσεις με μια τεράστια υπερφορτωμένη βαλίτσα γεμάτη slings, σκέφτομαι τα ίδια με σένα και ... σε σκέφτομαι!)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αχ πόσο σωστά τα περιγράφετε, πραγματικά αν δεν είσαι γονιός με καρότσι ή σε αναπηρικό δεν συνειδητοποιείς τα αίσχη των δρόμων και των πεζοδρομίων μας.Τι πρέπει να κάνουμε πια για να γίνει το αυτονόητο στις πόλεις μας?Τόσο δύσκολο και απίθανο είναι αυτό που ζητάμε, να αρχίσουν επιτέλους οι δήμοι να δίνουν σημασία στο φτιάξιμο των δρόμων και των πεζοδρομίων???

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. @Στέλλα: Αχ, μαντίλες και μάρσιποι, μακάρι να χωρούσαν ακόμη τα μωράκια μου εκεί, και μακάρι να μπορούσα ακόμα να τα σηκώνω. Υπομονή, το καρότσι είναι ένα μικρό διάλειμμα ως την πλήρη βάδιση...
    @Νατάσα: Μα φυσικά είναι δύσκολο κι απίθανο αυτό που ζητάμε. Ποιος θ' ακούσει το αίτημά μας όταν γκρινιάζουμε μεταξύ μας χωρίς να κάνουμε καμιά κίνηση προς τις αρχές; Γιατί να πράξουν αυτά που θέλουμε; Τι θα κερδίσουν; Τι θα χάσουν; Πάλι τους ίδιους δε θα ψηφίσουμε; Γιατί λοιπόν να νοιαστούν;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Δίκιο έχετε φταίμε εμείς πρώτα απ'ολα που είμαστε πρόβατα και δε διεκδικούμε, δεν κάνουμε τίποτα για να μας δώσουν το αυτονόητο.Και απλώς ελπίζουμε ότι κάθε καινούργια δημοτική αρχή θα είναι καλύτερη.Λοιπόν τελευταία έχω κάνει το εξής:επειδή νευριάζω αφάνταστα με τους αναίσθητους που παρκάρουν όπου να'ναι έχω εκτυπώσει χαρτάκια που γράφουν πολύ ευγενικά "παρακαλώ πολύ μην παρκάρετε στο πεζοδρόμιο, είναι ενοχλητικό ίδιως για τα καροτσάκια και τους ηλικιωμένους" και άλλα παρόμοια και όταν δω κάποιον παράνομο το αφήνω στο παρμπρίζ.Σας πληροφορώ, επειδή μετά τους τσεκάρω,ότι οι πιο πολλοί δαγκώνονται από τον ευγενικό τρόπο και δεν το ξανακάνουν.Ενώ όσες φορές δεν κρατήθηκα και βρίστηκα με κάποιον τα άκουσα χειρότερα. Ίσως με κάτι τέτοιους βλάκες θέλει διπλωματία τελικά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Αυτό είναι αλήθεια. Η οργή γεννά οργή, αλλά είναι δύσκολο να οργιστείς όταν κάποιος σου μιλά πολιτισμένα.
    Δεν πιστεύω ότι οι 'κακοί' είναι πλειοψηφία, το αντίθετο. Απλά, οι πιο πολλοί είναι αδιάφοροι, κάνουν ό,τι κάνουν οι γύρω τους χωρίς να σκέφτονται. Οι περισσότεροι θα φιλοτιμηθούν αν τους υποδείξεις ένα πρόβλημα που ίσως δεν είχαν προσέξει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή