Όπου υπάρχουν αντιμετωπίζονται ως βοηθητικοί χώροι για την απόθεση κάθε είδους αντικειμένων και την εκτέλεση κάθε είδους δραστηριοτήτων.
Τα ψυγεία του περιπτερά και τα τραπεζάκια της καφετέριας, τα καφάσια του μανάβη και τα αμάξια της έκθεσης αυτοκινήτων, οι κάδοι του δήμου και τα μπάζα του εργολάβου, οι γλάστρες των καλαίσθητων και τα σκουπίδια των ανάγωγων, αυτοκίνητα και μηχανάκια, τρέηλερ και κοντέηνερ, όλα βρίσκουν τη θέση τους στο πεζοδρόμιο.
Οι πεζοί περνούν από τα πεζοδρόμια τελευταίοι.
Οι πεζοί έχουν το δικαίωμα να τα χρησιμοποιήσουν μόνο όταν και όπου δεν έχουν καταληφθεί από άλλες χρήσεις.
Οι πεζοί όμως είναι αυτοί που, όταν οδηγούν, θα παρκάρουν στο πεζοδρόμιο και τη διάβαση και που, όταν έχουν κάτι ν' αποθέσουν, θα το αφήσουν στο πεζοδρόμιο με κάθε φυσικότητα, χωρίς να νοιάζονται ιδιαίτερα αν εμποδίζουν την πρόσβαση.
Γιατί οι πεζοί στην ελλάδα δεν πηγαίνουν από το πεζοδρόμιο.
Οι πεζοί στη χώρα μας περπατούν στο δρόμο.
Δεν είναι παράξενο, δεν είναι σπάνιο, όλοι χρησιμοποιούμε το πεζοδρόμιο κι όλοι βγαίνουμε στο δρόμο χωρίς δεύτερη σκέψη.
Μας έχει γίνει δεύτερη φύση.
Πού να οφείλεται το φαινόμενο;
Είναι άραγε αποτέλεσμα της άναρχης δόμησης και της ανυπαρξίας πεζοδρομίων στις πόλεις;
Ή μήπως το φαινόμενο πηγαίνει πιο βαθιά;
Ποιά είναι άλλωστε η αιτία γι αυτή την ανυπαρξία πεζοδρομίων;
Για σκεφτείτε...
Όταν οι πολεοδόμοι σχεδίαζαν πεζοδρόμια με πλάτος λίγων εκατοστών κι επέτρεπαν στα σπίτια (όχι πολυκατοικίες) της εποχής να φτιάχνουν σκάλες και σκαλοπάτια που καταλάμβαναν όλο σχεδόν το πλάτος τους, τι σκέφτονταν;
Είναι προφανές πως δεν προόριζαν τα πεζοδρόμια για χρήση από πεζούς.
Είναι προφανές πως οι πεζοί θα πήγαιναν από το δρόμο που τότε τον διέσχιζε το γαϊδούρι του κανατά και το καρότσι του παγοπώλη. Τα πεζοδρόμια σκοπό είχαν να προστατεύουν τα σπίτια από τις λάσπες, τον καιρό που κανείς δρόμος δεν ήταν ασφαλτοστρωμένος.
Τα καλοκαίρια οι νοικοκυραίοι κάθονταν εκεί για να πάρουν τον αέρα τους, κοιτάζοντας τα παιδιά που έπαιζαν στο δρόμο.
Οι ίδιοι οι νοικοκυραίοι που έχτιζαν τα σπίτια αυτά, δεν απόρησαν, δεν παραξενεύτηκαν, δε διαμαρτυρήθηκαν για τα σχέδια της πολεοδομίας.
Κανείς δε μπορούσε να διανοηθεί πως έπρεπε να υπάρχει ξεχωριστός χώρος για τους πεζούς.
Πώς θα μπορούσαν άλλωστε;
Με εξαίρεση την ακολουθία του Όθωνα και λίγους Κωνσταντινουπολίτες που είχαν κατέβει στην ελεύθερη Ελλάδα, κανείς έλληνας δεν είχε ζήσει σε μεγαλούπολη, με άνετες λεωφόρους που τις διέσχιζαν άμαξες.
Η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων της χώρας είχαν έρθει από χωριά και συνέχισαν να έρχονται, πρόσφυγες και εσωτερικοί μετανάστες, ως τη δεκαετία του 1970 κι ακόμα αργότερα.
Αυτοί οι επαρχιώτες κάτοικοι της χώρας δεν απόρησαν, δεν παραξενεύτηκαν με μια κατάσταση που τους φαινόταν απόλυτα φυσική.
Ποιό χωριό ξέρετε με πεζοδρόμιο;
Τι να το κάνουν;
Στα στενά καλντερίμια των χωριών, δεν περνούσαν οχήματα που κινούνταν με ταχύτητα. Με εξαίρεση τις πόλεις, όπου περνούσαν κάρα με προϊόντα για τα παζάρια, στα περισσότερα χωριά οι δρόμοι είναι τόσο στενοί που δε χωρά να περάσει ούτε σούστα. Ποιος ο λόγος λοιπόν να υπάρξει χωριστός δρόμος για τους πεζούς; Το πολύ-πολύ να έκαναν στην άκρη όταν άκουγαν τα πέταλα από το μουλάρι του αγωγιάτη.
Όταν χαράχθηκε η Σταδίου, οι εφημερίδες της εποχής αποτυπώνουν την εντύπωση που έκανε στους κατοίκους μια τόσο μεγάλη, ίσια και φαρδιά λεωφόρος, με τόσο τεράστια πεζοδρόμια.
Τέτοιοι δρόμοι όμως ήταν σπάνιοι, ίσα-ίσα όσοι χρειάζονταν οι λιγοστοί εύποροι της νέας πρωτεύουσας για να πηγαινοέρχονται με τις άμαξές τους.
Γι αυτούς ήταν φτιαγμένες οι λίγες φαρδιές λεωφόροι και ο βασικός σκοπός των πεζοδρομίων ήταν να κρατούν τους πεζούς μακριά από τις ρόδες των αμαξιών και τα πόδια των αλόγων.
Πολύ αργότερα, όταν τα περισσότερα χωράφια είχαν πια χτιστεί και ο πληθυσμός της πόλης μεγάλωσε, τα πεζοδρόμια έγιναν χώρος για τις βόλτες της ανώτερης και της μεσαίας τάξης.
Ακριβώς δίπλα στους κεντρικούς δρόμους, οι κάτοικοι δεν είχαν ανάγκη από πεζοδρόμια. Δεν είναι τυχαίο που οι κάθετες της Πανεπιστημίου και της Σταδίου είναι στενοί δρόμοι με θεόστενα πεζοδρόμια. Εκεί δεν περνούσαν οχήματα πέρα από το κάρο της μετακόμισης, ή το καρότσι του παγοπώλη. Από το δρόμο περνούσαν οι νοικοκυραίοι που πήγαιναν στις δουλειές τους και οι πραματευτάδες που διαλαλούσαν τις πραμάτειες τους. Εκεί έπαιζαν τα παιδιά κι εκεί, στα τρίστρατα, στηνόταν το γαϊτανάκι και οι φωτιές του Άη-Γιάννη.
Όλα αυτά έπαψαν με την έλευση του αυτοκινήτου.
Για δοκιμάστε σήμερα να πηδήξετε φωτιές στις διασταυρώσεις. Για δοκιμάστε να χορέψετε γαϊτανάκι στις πλατείες.
Το αυτοκίνητο ήταν αυτό που ανέτρεψε την παράδοση αιώνων.
Το αυτοκίνητο ήταν αυτό που έκανε αναγκαία τη χρήση των πεζοδρομίων, γιατί ξαφνικά οι δρόμοι έγιναν επικίνδυνοι για τους πεζούς.
Το αυτοκίνητο ήταν αυτό που τελικά άλωσε κι αυτό ακόμη το υποτυπώδες πεζοδρόμιο, με αποτέλεσμα οι πεζοί να μη μπορούν να βαδίσουν ούτε εκεί.
Έτσι, ακόμη και σήμερα, η χρήση του πεζοδρομίου δεν έχει γίνει βίωμα στον έλληνα.
Ακόμη και τώρα βαδίζουμε στη μέση του δρόμου.
Η ανατροφή που μας έδωσαν οι γονείς κι οι παππούδες μας δεν αναιρέθηκε από τη νέα πραγματικότητα, αλλά ενισχύθηκε.
Μη βρίσκοντας πεζοδρόμιο να περάσει, ο έλληνας πεζός μαθαίνει -εξ απαλών ονύχων- να κυκλοφορεί στο δρόμο.
Το ίδιο διδάσκεται και η νέα γενιά, παρά τις προσπάθειές μας, παρά τα μαθήματα κυκλοφοριακής αγωγής στα σχολεία και τα ειδικά πάρκα.
Τα παιδιά που μεγαλώνουν σήμερα δε θα μάθουν ποτέ να πηγαίνουν από το πεζοδρόμιο αν αυτό δεν υπάρχει.
Θα συνεχίσουν να βαδίζουν στο δρόμο όποτε δε μπορούν να κάνουν αλλιώς, αλλά κι όποτε τους βολεύει.
Θα περπατούν στην άσφαλτο όχι μόνο γιατί είναι ελεύθερη από εμπόδια αλλά και γιατί έτσι έχουν συνηθίσει.
Όμως, όσο περισσότεροι πεζοί κινούνται στο δρόμο, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να «συναντηθούν» με κάποιο όχημα και τόσο οι παρασύρσεις πεζών θα αυξάνονται.
Καθώς η κίνηση στην πόλη γίνεται όλο και χειρότερη, οι συνθήκες γίνονται όλο και πιο αντίξοες για τον πεζό και οι πιθανότητες δυστυχήματος διογκώνονται.
Αυτό θέλουμε;
Η Ελλάδα έχει ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά τροχαίων δυστυχημάτων στην Ευρώπη. Έχουμε άραγε την πολυτέλεια να χαραμίζουμε τους πολίτες μας σε συγκρούσεις που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί; Έχουμε την αναισθησία να αδιαφορούμε για τις ζωές που χάνονται στην άσφαλτο; Έχουμε την αφέλεια να πιστεύουμε ότι δεν κινδυνεύουμε όλοι να γίνουμε θύματα κάθε φορά που κατεβαίνουμε από το πεζοδρόμιο;
.
Έχουμε άραγε την πολυτέλεια να χαραμίζουμε τους πολίτες μας σε συγκρούσεις που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί;
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι! Λιγότεροι πολίτες = λιγότεριο μισθοί και συντάξεις=λιγότερη ανεργία=λιγότερη ανάγκη περίθαλψης!
Γελάσαμε πάλι..