Ούτε μόνο για τη Θέρμη, την Πάτρα, τη Μεσσηνία.
Σ' όλη τη χώρα έχουμε δομήσει ένα περιβάλλον χωρίς το στοιχειώδη εξοπλισμό για τις ανάγκες μας. Καταστήματα χωρίς θέση για να παρκάρουμε.
Δρόμοι χωρίς χώρο να περπατήσουμε.
Γειτονιές χωρίς αλάνες για να παίζουν τα παιδιά μας.
Πόλεις χωρίς πράσινο για ν' αναπνέουμε.
Κι εμείς βλέπουμε την κατάσταση και προσπερνάμε.
Ακόμη καλύτερα, φροντίζουμε να καταπατήσουμε όλους τους πολεοδομικούς κανόνες κι έπειτα μένουμε στο κτίριο που "έφαγε"το πεζοδρόμιο.
Αν υπάρχει πεζοδρόμιο θα το κλείσουμε - με αμάξι, ζαρντινιέρες, εμπορεύματα, ό,τι έχουμε τέλος πάντων.
Παρκάρουμε στην πλατεία που θα έπαιζαν μπάλα τα παιδιά.
Θα κλείσουμε τη ράμπα αναπήρων.
Θα κόψουμε το διάδρομο τυφλών.
Φταίμε.
Φταίμε γιατί για την ευκολία μας ή για το κέρδος (λίγων λεπτών, λίγων ευρώ, λίγων τετραγωνικών) κάναμε κόλαση τον παράδεισο που λέγεται Ελλάδα.
Σ' αυτή την κόλαση περνάμε τη ζωή μας, κι σ' αυτή την κόλαση κάθε μέρα θυσιάζουν τη ζωή τους δύο από μας.
Bλέπουμε το δρόμο.
Βλέπουμε το αυθαίρετο, το παρκαρισμένο, τα τραπεζάκια της καφετέριας.
Βλέπουμε τη μάνα να βγαίνει στο δρόμο με το καροτσάκι, τον ανάπηρο να παιδεύεται, τον παππού να ταλαιπωρείται.
Και προσπερνάμε.
Δεν είναι δική μας ευθύνη, λέμε.
Δε θ' αλλάξουμε εμείς τον κόσμο, λέμε.
"Δεν αλλάζει μωρέ ο Έλληνας!", αγανακτούμε.
Όμως, όσο προσπερνάμε, όσο σηκώνουμε τους ώμους αδιάφορα, όσο δεν προσπαθούμε να φτιάξουμε τα πράγματα, γινόμαστε όλοι συνυπαίτιοι.
Όταν δεν αντιδρούμε, δε μιλάμε, δεν κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας, γινόμαστε συνυπεύθυνοι για το θάνατο της Άννα-Μαρίας, του Νίκου, του Σόλωνα.
Το έχω ξαναπεί.
Δεν είναι πια καιρός ν' αλλάξουμε πορεία;
Ν' αρχίσουμε να συμπεριφερόμαστε σαν πολίτες;
Δημοκρατία δε σημαίνει μόνο δικαιώματα, αλλά και υποχρεώσεις.
Τα πρώτα πρέπει να τα υπερασπιζόμαστε. Τις δεύτερες πρέπει να τις αναγνωρίζουμε και να τις διεκπεραιώνουμε.